Προτάσεις αλλά και κριτική για κρίσιμα ζητήματα του ψηφιακού μετασχηματισμού διατύπωσε ο Βουλευτής Α’ Ανατολικής Αττικής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και Τομεάρχης Ψηφιακής Διακυβέρνησης Γιώργος Καραμέρος προς τον αρμόδιο Υπουργό κ. Δημήτρη Παπαστεργίου στο πλαίσιο ενημέρωσης που πραγματοποιήθηκε προς τα μέλη της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας με θέμα «Νέα Ψηφιακή Ελλάδα: Από τον σχεδιασμό στην υλοποίηση ενός σύγχρονου κράτους».
Οριοθέτησε αρχικά, πως ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός από τη φύση του μπορεί να αποτελέσει πεδίο συναινέσεων τονίζοντας ότι το 2016, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ υλοποίησε το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής χαράσσοντας μια ενιαία ψηφιακή στρατηγική. Κατά την τοποθέτηση του ο κ. Καραμέρος απευθυνόμενος προς τον κ. Παπαστεργίου και τους βουλευτές μέλη της επιτροπής στάθηκε μεταξύ άλλων στα εξής ζητήματα:
H Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ), ως μια τόσο επιδραστική τεχνολογία πρέπει να αντιμετωπίζεται από το κράτος πρωταρχικά ως μέσο επίτευξης κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότιμης πρόσβασης των πολιτών στα οφέλη από την ενσωμάτωση αλγοριθμικών συστημάτων σε επιμέρους τομείς κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη με όρους επιτελικού κράτους και εφήμερης επικοινωνίας, σύστησε μεν μία επιτροπή που απαρτίζεται από διακεκριμένους επιστήμονες, δίνοντας όμως έναν αδιευκρίνιστο ρόλο σε μία ιδιωτική εταιρεία και αφήνοντας επί της ουσίας εκτός της χάραξης της εθνικής στρατηγικής το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Η εταιρεία θα διαχειριστεί ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα των Ελλήνων πολιτών, δίχως τα οποία δεν νοείται η ΤΝ.
Ταυτόχρονα, για τη διαρκώς αναβαλλόμενη παρουσίαση της εφαρμογής της ΤΝ στο Gov.gr υποστήριξε ότι η κυβέρνηση όχι μόνο καθυστερεί αλλά και υπερ-προβάλλει για λόγους εντυπωσιασμού ως τεχνολογική επανάσταση την εφαρμογή απλών γλωσσικών μοντέλων ίδιου σχεδόν επιπέδου με την γλωσσική τεχνολογία που προσφέρεται πλέον στους πολίτες ακόμη και δωρεάν π.χ μέσω των Applestore, Playstore. Την ίδια ώρα που διατυμπανίζει κάθε πρόοδο στο Front Office, κάνει ελάχιστη δουλειά στο Βack Office με τις υπηρεσίες του Δημοσίου να στενάζουν από την γραφειοκρατία και την υποστελέχωση.
Στους άξονες και στόχους της ψηφιακής πυξίδας 2030 και τους σχετικούς δείκτες αξιολόγησης η Ελλάδα παραμένει δυστυχώς στις τελευταίες θέσεις λόγω των σοβαρότατων καθυστερήσεων σε σημαντικά έργα υποδομών (UFBB, ΣΗΔΕ, ΣΥΖΕΥΞΙΣ κλπ) αλλά και άλλων όπως, η ψηφιοποίηση των αρχείων των Δικαστηρίων. Σε σχέση δε με τα μεγάλα ψηφιακά έργα, η πορεία απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης προκαλεί προβληματισμό. Οι καθυστερήσεις στα ορόσημα, η γραφειοκρατία που προσθέτει η Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού Ταμείου Ανάκαμψης (Ε.Υ.Σ.ΤΑ) του ΥΠΟΙΚ καθυστερεί τη συμβασιοποίηση των έργων με αποτέλεσμα έργα προϋπολογισμού άνω του 1,5 δις να κινδυνέψουν μετά το 2025 με απένταξη από το RRF. Επίσης σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Κεντρικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ) από τις αρχές του 2020 μέχρι σήμερα έχουν προκηρυχθεί περισσότερα από 600 έργα τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών συμβατικού ύψους 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ με εννέα εταιρείες να μοιράζονται συνολικά τους πόρους, και 5 εξ αυτών το 70% του συνολικού ποσού. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έχουν επί της ουσίας αποκλειστεί από το σχέδιο “Ελλάδα 2.0” και συμμετέχουν ως υπεργολάβοι με χαμηλά ποσοστά και όρους που η αγορά χαρακτηρίζει έως και επαχθείς.
Για το Κτηματολόγιο αποδεικνύεται σταθερά πως ήταν βεβιασμένη η μεταφορά του από το Υπουργείο Περιβάλλοντος στο αντίστοιχο Ψηφιακής Διακυβέρνησης υπό την έννοια της απλής διαχείρισης του ως ψηφιακού έργου. Η υποστελέχωση, οι παλινωδίες στην διοίκησή του, η κατασπατάληση των αποθεματικών του και μία σειρά κακών πολιτικών πρακτικών, ταλαιπωρεί τους συναλλασσόμενους και σε πολλές περιπτώσεις θέτει σε κίνδυνο τις περιουσίες χιλιάδων πολιτών αλλά και το περιβάλλον και μάλιστα σε συνθήκες κλιματικής κατάρρευσης.
Ως προς τη φορολόγηση ως ψηφιακό αντικείμενο ο κ. Καραμέρος επεσήμανε ότι επιβάλλεται και από τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως πρώτη από τις δέκα προτεραιότητες για το ψηφιακό μέλλον της Ευρώπης να μειωθούν οι φορολογικές ανισότητες, εξηγώντας ότι τα ψηφιακά εργαλεία υποβαθμίζονται όταν η κυβέρνηση που μάλιστα έχει εντάξει σχετικά έργα στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την ΑΑΔΕ, αποφασίζει τώρα να επιβάλλει οριζόντιο “κεφαλικό” φόρο σε περισσότερες από 473.000 ατομικές επιχειρήσεις επιστρέφοντας σε ξεπερασμένες οριζόντιες και άδικες φορολογικές πρακτικές.
Τέλος, στην τοποθέτησή του ο κ. Καραμέρος σχολίασε ζητήματα σε σχέση με τη χρήση των ψηφιακών εργαλείων για την πολιτική προστασία ενώ υπογράμμισε πως «η Ελλάδα δεν πρέπει να λειτουργεί ως απλός καταναλωτής έτοιμων ψηφιακών υπηρεσιών. Οφείλεται να δοθούν φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα στις επιχειρήσεις και επενδυτικά κίνητρα σε νέους επιχειρηματίες των ΤΠΕ, να ανασχεθεί το brain drain και να συγκλίνουμε με τους ευρωπαϊκούς στόχους». Παράλληλα κάνοντας αναφορά στην Κυβερνοασφάλεια (Cybersecurity) και την έλλειψη Εθνικής Στρατηγικής, επισήμανε πως «δεν πρέπει να καταλήξει σε ένα είδος ψηφιακού ολοκληρωτισμού, ο οποίος προβληματίζει τις προοδευτικές δυνάμεις για το αποτύπωμα που θα αφήσει στην ελληνική κοινωνία». Κλείνοντας, δεδομένης και της πίεσης χρόνου στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας, επιφυλάχθηκε για περισσότερες προτάσεις και επισημάνσεις από τον Τομέα Ψηφιακής Πολιτικής της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην επικείμενη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό.